- Σίγυνναι
- και Σίγυννοι και Σίγιννοι, οἱ, Αλαός που κατοικούσε στον μέσο ρου τού Δούναβη.[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. σιγύν(ν)ης].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
σιγύν(ν)ης — και σίγυνος, ὁ, Α 1. λόγχη, δόρυ («σιγύννας... καλέουσι... Κύπριοι τὰ δόρατα», Ηρόδ.) 2. κάπηλος. [ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται πιθ. για δάνεια λ. αβέβαιης προέλευσης. Η λ. σιγύνης συνδέεχαι με τους τ. Σιγύνναι / Σίγυννοι / Σίγιννοι «περσ. φυλή που… … Dictionary of Greek
Roms — Pour l’article homophone, voir Rome (homophones). Roms (Tsiganes, Gitans, Sinti, Manouches, Nouchs, Romanichels) Populations Population totale De 6 à 20 millions (dans le monde, en 2000) … Wikipédia en Français
СИГИННЫ — • Sigynnae, Σιγύνναι или Siginni, Σίγιννοι, народ, местопрeбывание которого нужно искать или в Азии, или в Европе на реке Истр. Геродот рассказывает (5, 9), что они происходили, по их собственному показанию, из Мидии и имели мидийские … Реальный словарь классических древностей
Σιγύννας — Σιγύννᾱς , Σίγυνναι masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)